Επίκαιρη συζήτηση για το Κυπριακό στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Την οριοθέτηση και αναγνώριση της Τουρκοκυπριακής περιφέρειας στο 28,6% του εδάφους με εδραίωση της ελεύθερης διακίνησης αλλά όχι και εγκατάστασης σε όλη την Κύπρο, ως ένα πρώτο βήμα για την επίλυση του Κυπριακού, προτείνει ο Δικηγόρος Πόλυς Πολυβίου. «Να μιλήσουμε ελεύθερα και χωρίς αναστολές, να σκεφτούμε σοβαρά για να σώσουμε τη χώρα μας», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Πολυβίου, εστιάζοντας στο εδαφικό ως πιθανό πρώτο βήμα για τη διευθέτηση του Κυπριακού, καθώς οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών σε αυτό το ζήτημα δεν είναι μεγάλες.
Μιλώντας σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας με αφορμή το κείμενο πολιτικής του καθηγητή Ανδρέα Θεοφάνους με θέμα «Οι Διακοινοτικές Συνομιλίες μετά το 1974-αποτελέσματα και μελλοντικές προοπτικές», ο Πόλυς Πολυβίου ξεκαθάρισε ότι η δική του προσέγγιση αφορά στο Εδαφικό και όχι στο Δίκαιο, προσθέτοντας πως δεν τον ικανοποιεί η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία αλλά «δυστυχώς έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα δεν μπορούμε να την απορρίψουμε». Είπε επίσης ότι ήταν λάθος του Μακαρίου και της πολιτικής ηγεσίας η αποδοχή της Ομοσπονδίας «γιατί δεν γνώριζαν τι είναι η Ομοσπονδία». Ο Πόλυς Πολυβίου ξεκαθάρισε ότι με την εισήγησή του η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα πάψει να υφίσταται και ότι θα παραμείνει το διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος ακόμη και σε περίπτωση κατάρρευσης της λύσης. «Αντίθετα, σε περίπτωση συνολικής διευθέτησης, εάν οι υποσχέσεις της Τουρκίας δεν εκπληρωθούν η κατάσταση δεν θα είναι αναστρέψιμη», σημείωσε.
Τη διαφωνία του με την πρόταση Πολυβίου κατέθεσε στη δική του τοποθέτηση ο πρώην κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ, Νίκος Κατσουρίδης γιατί πέραν όλων των άλλων προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη και την καλή θέληση της Τουρκίας. «Αυτό είναι βασικό ζητούμενο και προϋπόθεση για κάθε διευθέτηση», σημείωσε ο Νίκος Κατσουρίδης, ο οποίος ανέφερε ότι είναι κεφαλαιώδους σημασίας, στα πλαίσια της στρατηγικής για την επίλυση του προβλήματος η κατανόηση του αντιπάλου, των αδυναμιών και των δυνατοτήτων του, ο καθορισμός των στόχων και η πραγματοποίηση τους. Υπογράμμισε επίσης τη σημασία του ΟΗΕ καθώς και της ενότητας στο εσωτερικό μέτωπο, ενώ διαφώνησε και με την αναφορά Πολυβίου περί άγνοιας της πολιτικής ηγεσίας για το τι εστί Ομοσπονδία.
Στη δική του τοποθέτηση ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους, αφού προέβη σε εκτενή ιστορική αναδρομή των διακοινοτικών συνομιλιών μετά το 1974, κατέθεσε τις δικές του εισηγήσεις για το μέλλον. Υπογράμμισε ότι διαχρονικά, παρά τις παραχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς και τη μετατόπιση του διαπραγματευτικού κεκτημένου προς τις τουρκοκυπριακές θέσεις, η λύση δεν κατέστη δυνατή. Τόνισε ότι επιβάλλεται πραγματισμός και αποφυγή των όποιων ψευδαισθήσεων καθώς «η όποια λύση δεν βελτιώνει κατ’ ανάγκην το status quo». Επιπρόσθετα, με την υφιστάμενη διαδικασία και φιλοσοφία δεν μπορεί να προκύψει λύση η οποία να βελτιώνει το status quo. «Είναι σημαντικό να επανακτηθεί η ηθική υπεροχή, να υπάρξει ολοκληρωμένο αφήγημα καθώς και μια νέα προσέγγιση η οποία στηρίζεται σε μια εξελικτική διαδικασία». Ο κ. Θεοφάνους υπογράμμισε επίσης ότι το ζήτημα της συνέχειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και το κεφάλαιο της διακυβέρνησης αποτελούν μείζον διακύβευμα. Τόνισε επίσης ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει και προσπάθεια ομαλοποίησης των σχέσεων με την Τουρκία, υπό την προϋπόθεση ότι η Άγκυρα θα σεβαστεί το δικαίωμα ύπαρξης της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και τα κυριαρχικά δικαιώματά της. Ολοκληρώνοντας, ο κ. Θεοφάνους σημείωσε ότι διαχρονικά κατατίθενται σχετικές εισηγήσεις στην πολιτική ηγεσία.
Τη συζήτηση που ακολούθησε συντόνισε ο δημοσιογράφος Κώστας Βενιζέλος.