Τα καιρικά που επηρεάζουν την μεταδοτικότητα του κορωνοϊού
Μελέτη για το πώς επηρεάζεται η μεταδοτικότητα του ιού από τις κλιματολογικές συνθήκες, δημοσιεύτηκε από δύο καθηγητές του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, τον Δημήτρη Δρικάκη και τον Talib Dbouk. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης έδειξαν ότι, η έλλειψη συμπερίληψης των κλιματολογικών παραγόντων στα επιδημιολογικά δεδομένα, μπορεί να αφήσει ένα κενό στο οποίο οι επιπτώσεις από την μετάδοση του ιού να είναι δραματικές.
Σε επικοινωνία του philenews με τον με τον καθηγητή Δημήτρη Δρικάκη, ανέφερε πως «όταν έχουμε υψηλή θερμοκρασία και χαμηλή υγρασία ο ιός επιβιώνει λιγότερο. Αν έχουμε υγρασία αρκετή ή οι θερμοκρασίες είναι χαμηλές όπως είναι αυτούς του μήνες, βοηθάει τον ιό να διατηρηθεί. Αυτός είναι ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη σε όλες τις προσομοιώσεις που τα επιδημιολογικά μοντέλα».
Παράλληλα όπως εξήγησε «οι μεγάλες διαφορές θα συμβούν όταν έχουμε αλλαγές εποχών, όταν δηλαδή πηγαίνουμε από ζεστούς μήνες σε πιο κρύους και το αντίθετο, όπως επίσης και όταν η υγρασία αλλάζει. Αυτοί οι παράγοντες επειδή συνδυάζονται, δηλαδή ο άνεμος η θερμοκρασία και η υγρασία, θα πρέπει κάποιος να δει στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο πως αυτά τα τρία δεδομένα συνδυάζονται. Φυσικά δεν μπορούμε να ξέρουμε τι καιρό θα έχουμε σε 2 μήνες από τώρα αλλά γνωρίζουμε ότι θα γίνει αλλαγή των εποχιακών συνθηκών. Για να σας το πω πιο απλά, γνωρίζαμε ότι τον Σεπτέμβριο όταν θα μπαίναμε στους χειμερινούς μήνες, η θερμοκρασία θα ήταν χαμηλότερη και η υγρασία υψηλότερη. Επομένως εκεί τα μέτρα θα πρέπει να ενταθούν με κάπως διαφορετικό τρόπο από ότι τους καλοκαιρινούς μήνες. Και γι’αυτό σε διάφορες χώρες της βορείου και της κεντρικής Ευρώπης αυτό δεν λήφθηκε υπόψη».
Σημείωσε επίσης πως ούτε οι επιδημιολογικές μελέτες λάβανε υπόψη το θέμα του καιρού. «Υπήρξε μια υπόθεση ότι ο καιρός βοηθάει, αν είναι κρύος για παράδειγμα στην γρίπη, αλλά στην περίπτωση της πανδημίας δεν κάναμε κάτι ιδιαίτερο όπως να το λάβουμε αυτό υπόψη και να αυξήσουμε για την κοινωνική απόσταση. Ξέρουμε ότι όταν υπάρχει άνεμος, η απόσταση δεν μπορεί να είναι δύο μέτρα, γιατί όταν είμαστε σε εξωτερικό περιβάλλον τα σωματίδια του σάλιου διαδίδονται πέραν των δύο μέτρων. Έχουμε κάνει μια μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2020 που δείξαμε ότι οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δεν ήταν σωστές και πολλές χώρες άρχισαν τα τις αλλάζουν. Όταν ένας χειμερινός μήνας έχει θυελλώδη καιρό, πρέπει να το λάβεις αυτό υπόψη σου όταν είσαι έξω. Οπότε αυτό ήταν που είπαμε και με αυτή την μελέτη δηλαδή το πως τα επιδημιολογικά δεδομένα πρέπει να λάβουν υπόψη αυτούς του παράγοντες αν θέλουμε πιο ακριβής προσομοιώσεις».
«Αν κάποιος είναι φορέας του ιού, ο αέρας θα συνδράμει στο να αύξηση την απόσταση στην οποία τα σωματίδια θα πάνε. Η θερμοκρασία θα βοηθήσει στην εξάτμιση των σωματιδίων, δηλαδή αν υπάρχει ζέστη το καλοκαίρι θα εξατμιστούν πολύ πιο γρήγορα άρα μειώνεται ο κίνδυνος» επισήμανε.
Ερωτηθείς εάν γνωρίζει το Υπουργείο Υγείας για την συγκεκριμένη έρευνα και τα ευρήματά της, ο κ. Δρικάκης είπε πως «δεν έχω στείλει την έρευνα στο Υπουργείο. Θα είμαι χαρούμενος να βοηθήσω το έργο του Υπουργείου και της επιστημονικής ομάδας οποτεδήποτε μου ζητηθεί».
Άντρια Δημητρίου
Source: Τα καιρικά που επηρεάζουν την μεταδοτικότητα του κορωνοϊού